Το DNA μας δείχνει πότε θα αποκτήσουμε απογόνους | Biology.gr

Το DNA μας δείχνει πότε θα αποκτήσουμε απογόνους

Το γονίδιο είναι η βασική φυσική μονάδα κληρονομικότητας στους ζωντανούς οργανισμούς η οποία και μεταβιβάζει πληροφορίες από το ένα κύτταρο σε άλλο και κατ΄ επέκταση από τη μια γενιά στην άλλη.

Τα γονίδια:

  • συνθέτουν το γονιδίωμα ενός οργανισμού, που αποτελείται από το DNA και το RNA
  • κατευθύνουν τη φυσική ανάπτυξη και συμπεριφορά του οργανισμού. κωδικοποιούν πρωτεΐνες, οι οποίες είναι βιολογικά μακρομόρια που αποτελούνται από γραμμικές αλυσίδες των αμινοξέων και επηρεάζουν τις περισσότερες από τις χημικές αντιδράσεις που πραγματοποιούνται από τα κύτταρα.
  • Μερικά γονίδια δεν κωδικοποιούν πρωτεΐνες, αλλά τα μόρια του RNA διαδραματίζουν βασικούς ρόλους στην α) βιοσύνθεση πρωτεϊνών και β) στον έλεγχο της γονιδιακής έκφρασης. Τα μόρια που προκύπτουν από την γονιδιακή έκφραση, είτε RNA είτε πρωτεΐνη, είναι γνωστά ως γονιδιακά προϊόντα.

collage-arthro

Ερευνητές έχουν προσδιορίσει 12 περιοχές του DNA που είναι στενά συνδεδεμένες με την ηλικία στην οποία θα αποκτήσουμε το πρώτο μας παιδί αλλά και το συνολικό αριθμό των παιδιών που θα κάνουμε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Η μελέτη διενεργήθηκε από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης σε συνεργασία με τα Πανεπιστήμια του Χρόνινγκεν στην Ολλανδία και της Ουψάλα στην Σουηδία και περιλαμβάνει μια ανάλυση 62 βάσεων δεδομένων με πληροφορίες από 238.064 άνδρες και γυναίκες για την ηλικία που απέκτησαν το πρώτο τους παιδί και από περίπου 330.000 άνδρες και γυναίκες για το συνολικό αριθμό παιδιών που έχουν. Μέχρι σήμερα οι ερευνητές πίστευαν πως η αναπαραγωγική συμπεριφορά συνδέονταν με τις προσωπικές επιλογές, τις κοινωνικές και τις περιβαλλοντικές επιρροές. Ωστόσο, αυτή η νέα έρευνα δείχνει ότι γενετικοί παράγοντες είναι αυτοί που σχετίζονται με την αναπαραγωγική συμπεριφορά που θα έχει το κάθε άτομο. Στη έρευνα αυτοί συνεργάστηκαν περισσότεροι από 250 κοινωνιολόγοι, βιολόγοι και γενετιστές από πανεπιστήμια από όλο τον κόσμο.

Η καθηγήτρια, Melinda Mills, από το τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης που ηγήθηκε αυτής της έρευνας σχολιάζει: «Για πρώτη φορά, γνωρίζουμε τις περιοχές του DNA που μπορούμε να συσχετίσουμε με την αναπαραγωγική συμπεριφορά ενός ατόμου. Για παράδειγμα, βρήκαμε ότι γυναίκες που άργησαν να γίνουν μητέρες είχαν περιοχές DNA που σχετίζονταν με μεταγενέστερη έναρξη της έμμηνου ρήσεως και της εμμηνόπαυσης. Μια μέρα μπορεί να είναι δυνατόν οι γιατροί να χρησιμοποιήσουν αυτές τις πληροφορίες ώστε να δώσουν απάντηση στο ερώτημα μέχρι ποια ηλικία μπορεί κάθε γυναίκα να αποκτήσει παιδί. Είναι σημαντικό να υπάρχει αυτή η γνώση καθώς η απόκτηση ενός παιδιού μέχρι σήμερα εξαρτάται περισσότερο από κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες οι οποίοι πάντα θα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στο εάν και το πότε πρέπει να αποκτήσουμε ένα  μωρό».

Η έρευνα δείχνει πως αυτές οι περιοχές του DNA συνδέονται με την ηλικία στην οποία κάθε άτομο απέκτησε το πρώτο του παιδί κι επίσης σχετίζονται και με άλλα χαρακτηριστικά που αντανακλούν την αναπαραγωγική και τη σεξουαλική ανάπτυξη, όπως είναι η ηλικία που ξεκίνησε η έμμηνος ρύση σε μια κοπέλα, πότε ένα αγόρι απέκτησε πιο χοντρή χροιά στη φωνή του καθώς και πότε ξεκίνησε η εμμηνόπαυση σε μια γυναίκα.

Ένας από τους βασικούς ερευνητές που συμμετείχε σε αυτή την έρευνα, ο Nicola Barban από το Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης σχολιάζει: «Τα γονίδια μας δεν καθορίζουν τη συμπεριφορά μας, αλλά για πρώτη φορά ταυτοποιήσαμε περιοχές του DNA που την επηρεάζουν. Αυτό αποτελεί ένα ακόμη μικρό κομμάτι για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε αυτό το μεγάλο παζλ DNA-συμπεριφοράς.»

Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι αυτές οι 12 περιοχές του DNA είναι ικανές να επηρεάσουν το χρόνο που θα αποκτήσει το πρώτο του παιδί ένα άτομο σε ποσοστό μικρότερο από 1%. Η έρευνα λέει πως παρόλο που αυτό το ποσοστό φαίνεται εξαιρετικά μικρό, σε κάποιες περιπτώσεις αν συνδυαστούν σωστά οι πληροφορίες που δίνει κάθε περιοχή τότε είναι δυνατό να προβλέψουμε την πιθανότητα που έχει μια γυναίκα να παραμείνει άτεκνη. Είναι σημαντικό πως εξετάζοντας τη λειτουργία αυτών των 12 περιοχών καθώς και τα γονίδια που βρίσκονται σε αυτές, οι ερευνητές προσδιόρισαν 24 γονίδια τα οποία πιθανόν να είναι υπεύθυνα για την αναπαραγωγική συμπεριφορά. Κάποια από αυτά είναι ήδη γνωστό ότι επηρεάζουν τη στειρότητα ενώ τα άλλα δεν έχουν μελετηθεί ακόμα.

       Τέλος, σύμφωνα με τον Καθηγητή Harold Snieder από το Πανεπιστήμιο του Χρόνινγκεν και τον Αναπληρωτή Καθηγητή Marcel den Hoed από το Πανεπιστήμιο της Ουψάλα μια βελτιωμένη κατανόηση της λειτουργίας των γονιδίων αυτών μπορεί να παρέχει νέες ιδέες για θεραπείες υπογονιμότητας.

Print Friendly, PDF & Email
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

Εγγραφείτε στο Newsletter μας!

Μείνετε ενήμεροι για νέα και άρθρα μας.