Ο Στυλιανός Λουκά κέρδισε το βραβείο Science & SciLifeLab για νέους επιστήμονες | Biology.gr

Τα λάθη μας, μας κάνουν να θυμόμαστε!

Μάθηση, μνήμη και γνώση

Το να κάνουμε λάθη κατά τη διάρκεια της μαθησιακής διαδικασίας, μας βοηθά τελικά να θυμόμαστε καλύτερα αυτό που μάθαμε, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Baycrest Health Sciences. Η Andree – AnnCyr, επικεφαλής της έρευνας από το Baycrest’s Rotman Research Institute και το Department of Psychology του Πανεπιστημίου του Toronto λέει ότι- κατά τη διάρκεια ενός τεστ- το να δίνουμε τυχαίες απαντήσεις δε βοηθά τη μακροπρόθεσμη μνήμη μας, όσον αφορά τη σωστή απάντηση, ωστόσο οι λάθος απαντήσεις που όμως είναι κοντά στη σωστή, δρουν ως ‘σκαλοπάτια’ κατά την ανάκληση της σωστής απάντησης αργότερα. Το άρθρο της Cyr δημοσιεύθηκε πολύ πρόσφατα στο περιοδικό Journal  of  Experimental  Psychology: Learning, Memory and Cognition και αποτελεί συνέχεια μιας έρευνας που είχε δημοσιεύσει το 2012 στο περιοδικό Psychology and aging. Η έρευνα αυτή είχε δείξει ότι το να παίρνουμε γνώσεις με τον ‘δύσκολο τρόπο’ –δηλαδή κάνοντας λάθη- σε αντίθεση με το να μας λένε απλά τη σωστή απάντηση, αποτελεί την καλύτερη εξάσκηση για τον εγκέφαλο –ειδικά για τους μεγαλύτερους σε ηλικία ανθρώπους.

mistakesindex

 Δοκιμή και σφάλμα

Μέχρι σήμερα πιστεύαμε ότι στους ηλικιωμένους ανθρώπους είναι καλύτερα να δίνεται η σωστή πληροφορία –προκειμένου να μάθουν κάτι- σε αντίθεση με τους νεότερους, οι οποίοι ωφελούνται πιο πολύ από τη διαδικασία ‘δοκιμή και σφάλμα’. Η έρευνα της Cyr αλλά και άλλων συναδέλφων της μας αποδεικνύει ότι η μάθηση μέσω της διαδικασίας ‘δοκιμή και σφάλμα’ ωφελεί τόσο τους νέους όσο και τους ηλικιωμένους! Πρέπει όμως να διευκρινίσουμε ότι αυτό είναι αποτελεσματικό όταν οι λάθος απαντήσεις είναι νοηματικά κοντά στη σωστή, ενώ αν είναι εντελώς άσχετες μπορεί και να αποπροσανατολίσουν.

   Στην πιο πρόσφατη έρευνα:

  • 65 υγιείς ενήλικες ηλικίας 22 ετών –κατά μέσο όρο- και 64 υγιείς ενήλικες –ηλικίας 72 ετών κατά μέσο όρο- έμαθαν λέξεις-στόχους (πχ rose, τριαντάφυλλο) βασισμένες
    • είτε στη σημασιολογική κατηγορία στην οποία ανήκει η λέξη (πχ λουλούδι)
    • είτε με βάση τα πρώτα γράμματα της λέξης (πχ ro– , τριαντ-).
  • Στη συνέχεια,
    • για τις μισές λέξεις δόθηκε στους συμμετέχοντες απευθείας η σωστή απάντηση (the answer is rose) ενώ
    • για τις άλλες μισές τους ζητήθηκε να μαντέψουν τι μπορεί να είναι, πριν δουν τη σωστή απάντηση, δηλαδή τους είπαν λέξεις σχετικές -εννοιολογικά ή λεκτικά- με τη σωστή (πχ  “a flower: is it tulip ή is it ro___: is it rope?”).
  • Στην επόμενη φάση του τεστ οι ερευνητές έδειξαν στους συμμετέχοντες το πρώτο συνθετικό από κάθε λέξη και τους ζήτησαν να βρουν ποια λέξη είναι, θέλοντας να δουν αν όσοι είχαν κάνει στο πρώτο τεστ λάθος επιλογές θυμούνταν καλύτερα ποια ήταν τελικά η σωστή λέξη σε σχέση με αυτούς που είδαν από την αρχή τη σωστή απάντηση.
  • Βρήκαν λοιπόν ότι ισχύει αυτό για τις περιπτώσεις όπου οι συμμετέχοντες μάθαιναν τη λέξη με βάση την κατηγορία στην οποία ανήκε (πχ λουλούδι, flower) ενώ αν οι επιλογές ήταν τυχαίες –με βάση μόνο το πρώτο συνθετικό- δε μπορούσαν μα θυμηθούν τη σωστή απάντηση.
  • Όλα αυτά ισχύουν τόσο για τους νεότερους όσο και για τους ηλικιωμένους συμμετέχοντες.

   Η Cyr και οι συνεργάτες της προτείνουν ότι αυτό συμβαίνει γιατί κατά τη δημιουργία της μνήμης στον εγκέφαλό μας οι πληροφορίες οργανώνονται με βάση άλλες πληροφορίες με τις οποίες έχουν εννοιολογική σχέση και όχι λεκτική. Για παράδειγμα όταν ακούμε τη λέξη «μήλο» σκεφτόμαστε πιο εύκολα κάποιο άλλο φρούτο παρά τη λέξη «μιλώ» που μοιάζει σε επίπεδο γραμμάτων. Οπότε σε ένα αντίστοιχο τεστ αν διαλέγαμε τη λέξη «αχλάδι» μπορεί να κάναμε λάθος αλλά επειδή εννοιολογικά είναι ‘πιο κοντά’ στο μήλο –μια και είναι και τα δύο φρούτα- μας είναι πιο εύκολο μετά να ανακαλέσουμε τη σωστή απάντηση.

   Τώρα μπορεί κανείς να αναρωτηθεί γιατί δεν είναι πολύ πιο εύκολο να θυμηθούμε τη σωστή απάντηση όταν απλά μας τη δείξουν και πρέπει να μπούμε στη διαδικασία της «δοκιμής και λάθους». Όταν απλά μας δώσουν την απάντηση δε θα σκεφτούμε πολύ ενώ αν χρειαστεί να «ψάξουμε» την απάντηση ο εγκέφαλός μας θα επεξεργαστεί περισσότερο την πληροφορία και θα κάνει συνειρμούς που θα φανούν χρήσιμοι στη δημιουργία μνήμης. Όπως αποδείχθηκε και στις δύο ηλικιακές κατηγορίες των συμμετεχόντων ήταν πιο πιθανό να θυμούνται τις σωστές απαντήσεις αν θυμούνταν και τις λάθος απαντήσεις που είχαν δώσει και αυτό δείχνει ότι:

      Οι λάθος απαντήσεις δρουν ως σκαλοπάτια για την ανάκτηση της μνήμης!

   Αντίθετα όταν οι επιλογές βασίζονται σε λέξεις που ακούγονται παρόμοια ηχητικά –χωρίς να έχουν εννοιολογική σχέση- μας μπερδεύουν με αποτέλεσμα τελικά να μη συγκρατούμε τη σωστή πληροφορία.

Learning From Mistakes

  «Το γεγονός ότι αυτό παρατηρήθηκε και στους ηλικιωμένους ανθρώπους αποδεικνύει ότι το γήρας δεν επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο οι πληροφορίες υφίστανται επεξεργασία κατά τη διαδικασία του να μαθαίνουμε από τα λάθη μας» τονίζει η Cyr.

  «Τα αποτελέσματα αυτά έχουν άμεσες πρακτικές αλλά και κλινικές εφαρμογές. Αλλάζουν πολλά από τα δεδομένα και τις αντιλήψεις με τις οποίες αντιμετώπιζαν τη μάθηση στις μεγάλες ηλικίες και αποδεικνύουν ότι το σωστό είδος λάθους τελικά είναι ωφέλιμο! Επίσης τα αποτελέσματα αυτά υπόσχονται πολλές ευκαιρίες για μάθηση δια βίου μάθηση και τρόπους ‘διαβάσματος’ ειδικά σχεδιασμένους για ανθρώπους μεγάλης ηλικίας» λέει η Dr Nicole Anderson, επικεφαλής επιστήμονας του το Baycrest’s Rotman Research Institute και επικεφαλής της μελέτης.

Print Friendly, PDF & Email
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

Εγγραφείτε στο Newsletter μας!

Μείνετε ενήμεροι για νέα και άρθρα μας.